H Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Σερρών, το Υπουργείο Εσωτερικών (Μακεδονίας-Θράκης) και το Τμήμα Εκπαιδευτικής Ραδιοτηλεόρασης και Ψηφιακών Μέσων του Υ.ΠΑΙ.Θ.Α. συνδιοργανώνουν με την υποστήριξη της Έδρας Ποντιακών Σπουδών του Α.Π.Θ. και του Πανελλήνιου Συνδέσμου Ποντίων Εκπαιδευτικών τον 8o διεθνή μαθητικό Διαγωνισμό: Ελληνισμός της Ανατολής: Πόντος, Μικρασία, Θράκη…
Κατηγορίες δημιουργιών των μαθητών/τριών που συμμετέχει το σχολείο μας είναι:
2ο Δημοτικό Σχολείο Ηράκλειας
Διήγημα: Βασίλης Γιαντσίδης, μαθητής της Στ’ τάξης
Υπεύθυνοι εκπαιδευτικοί:Κωνσταντίνου Καλλιόπη ΠΕ11 Φυσικής Αγωγής-Διευθύντρια του σχολείου,Κώτσου Δήμητρα ΠΕ70 Δασκάλα,Αντωνιάδη Γεωργία ΠΕ70 Δασκάλα.
ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΡΑΧΑΛΗΛ ΣΤΟ ΧΑΖΝΑΤΑΡ
Μια φορά κι έναν καιρό το έτος 1922 έγινε ανταλλαγή των πληθυσμών Τουρκίας και Ελλάδας. Έπρεπε όσοι Τούρκοι είχαν γεννηθεί στην Ελλάδα, να φύγουν στην Τουρκία κι όσοι Έλληνες ήταν στην Τουρκία να φύγουν στην Ελλάδα, με τη συμφωνία και των δύο χωρών.
Τον Οκτώβριο του 1922, ο προπάππους μου ο οποίος είχε γεννηθεί το έτος 1912 στο Καρα Χαλήλ (Φυλλοχώρι της Ανατολικής Θράκης) της Αδριανούπολης, ξεκίνησε με τους γονείς του, τα αδέρφια του και τους ανθρώπους του ίδιου χωριού να έρθουν στην Ελλάδα. Φόρτωσαν λοιπόν τα κάρα με όσα πράγματα χωρούσαν σε αυτά και ξεκίνησαν…
Τι να έπαιρναν… Τι υποχρεωτικά να άφηναν… Στάθηκαν προβληματισμένοι μπροστά στα υπάρχοντά τους, μπροστά στην περιουσία τους. Ποια υπάρχοντα; Κάποιες εικόνες, βιβλία, καμπάνα του χωριού και πήρανε μαζί τους φτυάρια και κασμάδες για να θάψουν όσα από τα παιδιά και τους γονείς άφηναν την τελευταία τους πνοή κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.
Είναι σκληρό ,πολύ σκληρό να αποχαιρετάς όλα αυτά που μέχρι χτες σε έδεναν με αυτόν τον τόπο. Να εγκαταλείπεις τη ζεστή αγκαλιά του σπιτιού σου και να ξεκινάς για το άγνωστο παλεύοντας με τα στοιχεία της φύσης.
Προτού ξεκινήσουν κάποιοι τους είπαν να πάνε τα λεφτά και τις λίρες τους στην Κωνσταντινούπολη, στις τράπεζες της Γερμανίας. Τους υποσχέθηκαν μάλιστα, ότι μόλις φτάσουν στον προορισμό τους θα τους τα δώσουν πίσω, αλλά αυτό δεν έγινε ποτέ. Έτσι από πολύ πλούσιοι έγιναν φτωχοί.
Η διαδρομή τους ήταν αρκετά δύσκολη και συχνά είχαν να αντιμετωπίσουν ακραία καιρικά φαινόμενα. Τα κάρα ήταν τόσο φορτωμένα με τα υπάρχοντά τους που κάποια στιγμή, όταν χρειάστηκαν να περάσουν ποτάμια είπαν: «Να πετάξουμε τα παιδιά μας στο ποτάμι!». Προτίμησαν δηλαδή να πετάξουν τα παιδιά τους στο ποτάμι αντί για τα καρπούζια. Παιδιά λέγανε θα μπορούσαν να κάνουν, ενώ για τα καρπούζια, τα άλλα φρούτα και λαχανικά, δε θα μπορέσουν εύκολα να βρουν τους σπόρους τους.
Με την εγκατάλειψη της Αν.Θράκης όλος ο Ελληνισμός της Ανατολής όπως και οι Γκαγκαβούζηδες πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς. Η μεγαλύτερη πληθυσμιακή μάζα εγκαταστάθηκε στον Βόρειο Έβρο σε χωριά της περιοχής. Παρόλο τις δύσκολες αυτές συνθήκες κατάφεραν κάποια στιγμή να φτάσουν στην Ορεστιάδα και να εγκατασταθούν για λίγο καιρό εκεί. Εγκαταστημένοι στον Έβρο αισθάνθηκαν ότι η περιοχή δεν ανταποκρινόταν στον σχεδιασμό του μέλλοντος του δικού τους, αλλά και των παιδιών.
Οι γονείς του προπάππου μου ήταν αγρότες και κυρίως κτηνοτρόφοι βουβαλιών. Στο Καραχαλήλ, κύρια ασχολία των κατοίκων ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Τα στρέμματα τα καλλιεργούσαν με σιδερένια άροτρα τα οποία έσερναν βόδια. Όσο καιρό έμειναν στην Ορεστιάδα, μάθανε ότι ο κάμπος του νομού Σερρών ήταν εύφορος. Επιπλέον εκεί βρίσκεται η λίμνη Κερκίνη κι αυτό ευνοούσε την βουβαλοτροφία. Αποφάσισαν λοιπόν να φύγουν και πάλι και να μετακομίσουν στον νομό Σερρών…
Όταν έφτασαν στον νομό Σερρών, εγκαταστάθηκαν αρχικά έξω από την Ηράκλεια. Στην Ηράκλεια, οι πλημμύρες που προκαλούσε ο Στρυμόνας, η υγρασία κι η ελονοσία έθεταν σε κίνδυνο διαδοχικές δοκιμασίες. Οι αγρότες όμως σύντομα αποφάσισαν να αλλάξουν τοποθεσία και να εγκατασταθούν στα Χρυσοχώραφα (χρυσά χωράφια) ή στο Χαζνατάρ που σημαίνει από τα Τουρκικά Χάσνες= χρηματοκιβώτιο και Ατάρ=ρίχνει δηλ. γόνιμος τόπος που παράγει θησαυρούς, καθώς έπρεπε να περνάνε καθημερινά τον ποταμό Στρυμόνα για να καλλιεργήσουν τα χωράφια τους. Οι κτηνοτρόφοι από την άλλη, οδηγούσαν καθημερινά τα ζώα τους στα Χρυσοχώραφα για βοσκή. Αυτό ήταν όμως ιδιαίτερα δύσκολο. Πολλές δε ήταν οι φορές που τα βουβάλια καθώς έσερναν τα κάρα, όταν έκανε ανυπόφορη ζέστη, έμπαιναν μέσα στο νερό για να δροσιστούν. Το αποτέλεσμα βέβαια ήταν συχνά να χάνονται όλα τα υπάρχοντά τους από τα κάρα. Κάποια φορά μάλιστα περνώντας από ένα βαθύ ρυάκι, δυστυχώς πνίγηκε ένα από τα παιδιά τους. Για όλους αυτούς τους λόγους, παρόλο που τους είχε θερίσει η πείνα, αποφάσισαν για μια ακόμη φορά να φύγουν και να εγκατασταθούν μόνιμα πλέον στα Χρυσοχώραφα, γιατί τα βουβάλια ήταν αυτά που τους έτρεφαν. Από τότε οι περισσότεροι μένουν στο χωριό των Χρυσοχωράφων μέχρι το νέο κύμα μετανάστευσης που ήρθε αργότερα τη δεκαετία του 1960 και εγκατέλειψαν το χωριό, μετανάστευσαν στο Γούστερ στη Βοστώνη, στον Καναδά και στην Αυστραλία γεμάτοι όνειρα, ελπίδες για τον καινούριο τόπο της Επαγγελίας…